Του Δημήτρη Α. Σιδερή, ομ.καθηγητή καρδιολογίας

Δουλειά και εργασία

  • Τρίτη, 9 Ιουνίου, 2020 - 06:22

Έργο, λέει η Φυσική, επιτελείται όταν μεταφέρεται μια δύναμη. Και το έργο είναι το θεμέλιο του ό,τι γίνεται στο Σύμπαν. Αποθηκεύεται το έργο που επιτελείται. Ενέργεια είναι η ικανότητα να παράγεται έργο. Θεωρητικά η ενέργεια είναι μηδενική στο απόλυτο μηδέν στη θερμοκρασία των -273 βαθμών, που μπορούμε να την προσπελάσουμε, αλλά δεν μπορούμε ποτέ να τη φθάσουμε. Όλα τα ζωντανά όντα επιτελούν έργο είτε διεγειρόμενα από κάποιο ερέθισμα είτε και αυτόματα, με κάποια ρυθμικότητα, σαν ταλάντωση. Οι άνθρωποι όμως κάνομε και σκόπιμο έργο, χωρίς διέγερση από τον έξω κόσμο και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε ταλάντωση. Έχομε Λόγο κι αυτός επιλέγει το έργο που επιθυμούμε να κάνουμε.

Όταν επιτελούμε ένα έργο, εργαζόμαστε ή δουλεύομε. Στις ξένες γλώσσες που γνωρίζω, δεν γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ εργασίας και δουλειάς. Οι Άγγλοι, π.χ. και τη δουλειά και το έργο και την εργασία, τα εκφράζουν όλα με τη λέξη work. Ας τα δούμε λίγο καλύτερα, μια και έχομε, περηφανεύομαι να πιστεύω, την τελειότερη - όχι απόλυτα τέλεια - γλώσσα στον κόσμο. 

Εκτελούμε έργο, σαν τα άλλα ζώα, αλλά, όπως λέγαμε,  παρακινούμενοι από ένα σκοπό. Όταν ο σκοπός που ικανοποιούμε είναι δικός μας, αυτός που πήγασε από μέσα μας, αυτό είναι εργασία. Όταν είναι ο σκοπός κάποιου άλλου, αυτό είναι δουλειά και η κατάσταση στην οποίαν βρισκόμαστε τότε ονομάζεται δουλεία.

Διάβαζα για τον Van Gogh, που ζωγράφιζε >16 ώρες το 24ωρο και όλοι γύρω του τού φώναζαν: "Κύριε Βαν Γκογκ, πρέπει να δουλέψετε". Έκανε σωρεία πινάκων, αλλά όσο ζούσε πούλησε μόνον έναν, για ένα ευτελές ποσό. Τον συντηρούσε ο αδελφός του. Τι εννοούσαν όλοι αυτοί πιέζοντας για δουλειά, ανθρώπους που μοχθούσαν για ένα σκοπό; Το έργο που επιτελεί κάποιος, οσοδήποτε κοπιώδες και αν είναι προσφέρει ικανοποίηση καθαυτό, είναι ευχάριστο να εργάζεται κάποιος, εφόσον εξυπηρετεί το δικό του σκοπό. Το ίδιο έργο, αν το κάνει για να ικανοποιεί το σκοπό άλλου είναι δουλειά και είναι συνήθως δυσάρεστο• όποια ικανοποίηση προσφέρει, οφείλεται έμμεσα στην αμοιβή που θα πάρει για το έργο του και όχι άμεσα για το έργο καθαυτό. Η αμοιβή μπορεί να κυμαίνεται από στοιχειώδη διατροφή και στέγαση στους δούλους, ως ένα μυθώδες ποσό που κάνει τον άνθρωπο επώνυμα πάμπλουτο. Η δουλειά, ο υποχρεωτικός μόχθος, οσοδήποτε ανταποδοτική και αν είναι, σπάνια ικανοποιεί τον άνθρωπο. Στην επαγγελματική δουλειά, εκτελούμε έργο που εξυπηρετεί τους σκοπούς του προϊσταμένου εργοδότη αν είναι εξαρτημένη εργασία, του πελάτη, που είναι ο εργοδότης στο "ελεύθερο" επάγγελμα. Αντίθετα, όταν μοχθούμε παράγοντας έργο που εξυπηρετεί το δικό μας σκοπό, ευχαριστιόμαστε άμεσα από την τέλεσή του, είμαστε εραστές έργου, ερασιτέχνες. Το αποτέλεσμα τότε ενδέχεται να ικανοποιεί μόνο τον εαυτό μας, όπως είναι το παιχνίδι. Ενδέχεται όμως να ικανοποιεί και το λαό, το δήμο. Τότε το έργο για το δήμο γίνεται δημιουργία.  Καινοτόμος δημιουργία είναι πιο πιθανό να προκύψει από τις προσπάθειες ενός ερασιτέχνη παρά ενός επαγγελματία. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, να ασχολείται επαγγελματικά κάποιος με το έργο που τυχαίνει και να του αρέσει. "Άντρας: Όσο γνωρίζεις πιο καλά, τόσο αγαπάς πιο πλέρια / Γυναίκα: όσο και πιο πολύ αγαπάς και πιο καλά γνωρίζεις" (Κ. Παλαμάς). Εδώ παίζει τεράστιο ρόλο ο επαγγελματικός προσανατολισμός στους νέους, που πρέπει να διακρίνουν, με τη βοήθεια και των δασκάλων τους, τι είναι αυτό που τους αρέσει και για το οποίο έχουν ιδιαίτερες χαρισματικές ικανότητες είτε από τη φύση τους είτε και από την παιδεία τους. Οι γονείς δεν είναι πάντοτε οι πιο κατάλληλοι για τον επαγγελματικό προσανατολισμό των παιδιών τους, καθώς προέχει στη σκέψη τους πώς θα βγάζουν το ψωμί τους τα παιδιά μάλλον παρά πώς θα απολαμβάνουν την εργασία τους. Από την άλλη, ο νέος όταν έλθει στην ηλικία που πρέπει να προσανατολιστεί επαγγελματικά τις πιο πολλές φορές δεν ξέρει τι ακριβώς θέλει. Σ΄ αυτό ακριβώς είναι που θα βοηθήσει ο εμπνευσμένος δάσκαλος, αν έχει και την κατάλληλη παιδεία.

Η δομή της κοινωνίας απαιτεί επαγγελματισμό των μελών της, υποχρεωτική δουλειά στη βάση κανόνων που ορίζονται από την κοινωνία. Μεταξύ αυτών είναι η σωστή επιλογή του κατάλληλου επαγγελματία για τον αντίστοιχο κοινωνικό ρόλο. Κύριο κριτήριο γι΄ αυτή την επιλογή είναι η εκπαίδευση και η εμπειρία του υποψηφίου για την αντίστοιχη θέση. Χαρακτηρίζεται από την απόλυτη, κατά το δυνατό, κυριαρχία της λογικής. Η ύπαρξη αυτής της κοινωνικής δομής επιτρέπει, έξω από το επαγγελματικό ωράριο των πολιτών, να εξασφαλίζονται ένα ωράριο για τις ανάγκες του αισθητού (φυσικού, σωματικού) Εγώ, που είναι απαραίτητο για τη συντήρηση του ατόμου και τη διατήρηση του είδους, και ένα ωράριο για τους σκοπούς του νοητού Εγώ, στο οποίο μπορεί κάθε άνθρωπος να αυτοπραγματώνεται, να γίνεται ό,τι επιθυμεί να είναι. Σ΄ αυτό το νοητό, ελεύθερο, ωράριο μπορεί να εκδηλώνεται η ερασιτεχνία, που στηρίζεται στη φαντασία. Πολύ συχνά δεν στηρίζεται σε προγενέστερη εκπαίδευση και εμπειρία - κανένας δεν απαιτεί τέτοιες προδιαγραφές. Ο ερασιτέχνης, πολύ συχνά δεν ικανοποιεί παρά μόνο τον εαυτό του, σα να παίζει. Ενδέχεται όμως να ικανοποιεί το δήμο (να δημιουργεί) και σε σπάνιες περιπτώσεις, ίσως πιο συχνά από τον επαγγελματισμό, να δημιουργεί μια πρωτοφανή καινοτομία, μια νέα επιστήμη, μια νέα τέχνη, ακόμη και μια νέα ηθική, που προάγουν ποιοτικά την κοινωνία για πολύ μακρό χρόνο, ίσως για αιώνες.

Τέτοια στάση των ερασιτεχνών συχνά θίγει τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης που, μαζί με τους επαγγελματίες, οσοιδήποτε ανταγωνισμοί κι αν υπάρχουν μεταξύ τους, ενδιαφέρονται να μην αλλάξει το κατεστημένο, αλλά μόνον, καθένας ή κάθε τάξη, να είναι αυτή που άρχει. Αρχίζουν οι διωγμοί κατά των ερασιτεχνών πρωτοπόρων. Κορυφαίο παράδειγμα είναι η ιερά εξέταση από την κρατούσα εκκλησιαστική τάξη που έκαιγε τους αιρετικούς. Από την άλλη, η εφαρμογή της ερασιτεχνίας στο δήμο, ενέχει το συχνό κίνδυνο του τσαρλατανισμού. Μια σωστή επαγγελματική τάξη, κρίνει κάθε ερασιτεχνία και, εφόσον προάγει πραγματικά τη διαβίωση του βίου, την υιοθετεί, την κωδικοποιεί, της προσδίδει τα υποχρεωτικά στοιχεία που απαιτούνται για τη δομή και λειτουργία της κοινωνίας. Προφανώς, με την ύπαρξη γνώσης και πείρας στους επαγγελματίες από τη μια και συμφερόντων για τη διατήρηση της ισχύος από την άλλη, τα επαγγελματικά σωματεία είναι τα αρμόδια για να εισηγηθούν, αλλά ο λαός, ο δήμος, είναι αρμόδιος να αποφασίσει. Αυτός θα ωφεληθεί ή θα βλαφθεί από την όποια δημιουργία. 

Διαβάστε ακόμα