Του Δημήτρη Α. Σιδερή ομ. Καθηγητή Καρδιολογίας

ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΔΙΛΗΜΜΑ

  • Τρίτη, 30 Αυγούστου, 2022 - 06:23

Θέλω να πάω στο απέναντι πεζοδρόμιο. Καθώς διασχίζω το δρόμο έχω ένα ελάχιστο φόβο μην πέσει επάνω μου κάποιος απρόσεκτος οδηγός. Τέλος πάντων, φτάνω απέναντι και ανακουφίζομαι. Σε μιαν άλλη περίπτωση βρίσκομαι στο μέσο του δρόμου. Τα αυτοκίνητα διασταυρώνονται μπρος μου και πίσω μου και δεν είμαι βέβαιος αν θέλω να συνεχίσω ή να γυρίσω πίσω. Τώρα, ναι, έχω μεγαλύτερο φόβο, που αγγίζει τα όρια του άγχους. Όποτε βρίσκομαι σε ένα δίλημμα, δεν έχω πάρει απόφαση, άγχομαι.

Έχω πολιτικά διλήμματα. Προσπαθώ να αποφεύγω στα άρθρα μου τις πολιτικές συζητήσεις, αλλά είναι μέσα στη ζωή μας, καθώς βλέπω αυτές τις μέρες τη λυσσαλέα αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για τις υποκλοπές. Νομίζω πως όλες οι κυβερνήσεις έχουν να παρουσιάσουν, θετικές και αρνητικές θέσεις. Για την παρούσα π.χ. θαυμάζω τον τρόπο που κατάφερε να στρέψει τη διεθνή, ιδίως την Αμερικανική, κοινή γνώμη προς όφελός μας στο θέμα των διαφορών μας με τη γείτονα χώρα. Παράλληλα, είμαι απόλυτα σύμφωνος με τη δημιουργία συμμαχιών με άλλες γειτονικές χώρες, μια πολιτική που την ξεκίνησε η προηγούμενη κυβέρνηση και τη συνεχίζει με μεγάλη επιτυχία η σημερινή. Συμφωνώ επίσης με τους εξοπλισμούς μας που, δυστυχώς, τους κρίνω απαραίτητους. Και σε άλλα πολλά, αναλογιζόμενος και τις συγκυρίες που αντιμετώπισε, την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, με τις συνέπειές του σε όλο τον κόσμο. Δεν μπορώ όμως να συμφωνήσω σε όλα.

Το Σύνταγμά μας ορίζει, σωστά πιστεύω, πως υποχρέωση του κράτους μας είναι να μεριμνά όχι μόνο για τους πολίτες της επικράτειάς μας, αλλά και για ολόκληρο το έθνος μας που είναι σκόρπιο παντού στον πλανήτη μας. Οι διατάξεις όμως αυτές δεν έχουν, νομίζω, επαρκή σαφήνεια. Δεν υποχρεώνουν να κάνουμε κάτι συγκεκριμένο. Και ομολογουμένως δεν είναι καθόλου εύκολο. Ωστόσο, είναι προφανές ότι στις αποφάσεις του κράτους μας δεν είναι δυνατό να αγνοούνται τα συμφέροντα των Κύπριων αδελφών μας, των Ελληνοαμερικανών, Ελληναυστραλών, Ελληνοκαναδών κλπ. Η σημερινή κυβέρνηση, στην αρχή του Ρωσοουκρανικού πολέμου έστρεψε, σωστά, την προσοχή των Ελλήνων πολιτών στους πολυάριθμους Έλληνες που ζουν ακόμη στον Πόντο, ιδίως στη Μαριούπολη. Όμως στη συνέχεια έστειλε όχι μόνο, σωστά, ανθρωπιστική βοήθεια στους Ουκρανούς, αλλά και όπλα εναντίον των Ρώσων. Πέρα από το ότι έτσι αποκτήσαμε ξαφνικά έναν αναπάντεχο εχθρό και μάλιστα έναν από τους τρεις παραδοσιακά φίλους μας από τότε που, μαζί με Άγγλους και Γάλλους βοήθησαν στο Ναβαρίνο στην απελευθέρωσή μας από τον Οθωμανικό ζυγό, πάψαμε ξαφνικά να νοιαζόμαστε για τους Έλληνες της Μαριούπολης που τώρα βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο των Ρώσων.

Και ήλθε τώρα το θέμα των υποκλοπών. Η ΕΥΠ, υπό τον έλεγχο του πρωθυπουργού, παρακολουθούσε τα τηλέφωνα ενός πολιτικού αρχηγού της αντιπολίτευσης. Η δικαιολογία είναι ότι η ΕΥΠ φροντίζει για την εθνική ασφάλεια. Όλοι οι αρμόδιοι, και ο πρωθυπουργός, αρνούνται να απαντήσουν στο ερώτημα πώς ο αρχηγός του αντίπαλου κόμματος απειλούσε την εθνική ασφάλεια. Μα αν ήταν πραγματικά ύποπτος, αυτό πρέπει να το γνωρίζει ο λαός που αύριο θα κληθεί να τον ψηφίσει. Και αν οι λόγοι δεν είναι λόγοι εθνικής ασφάλειας, τότε ποιοι είναι; Αυτά γίνονται και γίνονταν βέβαια και σε άλλα κράτη, την εποχή του Στάλιν, του Watergate στις ΗΠΑ και σε άλλα καθεστώτα που ερωτοτροπούν προς τον ολοκληρωτισμό. Ασφαλώς τα θέματα εθνικής ασφάλειας δεν μπορούν να είναι γνωστά σε όλο τον κόσμο.

Το πρώτο άρθρο του Συντάγματός μας ορίζει ότι: "Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία. Και όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα". Μα πώς θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία όταν αυτή περιορίζεται από το Σύνταγμα, που, μάλιστα, έχει αποφασιστεί όχι από το λαό, αλλά από τους βουλευτές, δηλαδή τους εκπροσώπους των κομμάτων; Ξεκινώντας από κάποιες αντιφάσεις στο πρώτο άρθρο του Συντάγματος, πώς να λειτουργήσει σωστά αυτό το πολίτευμα; Αυτός ο ίδιος θεμελιώδης νόμος του κράτους μας ορίζει (άρθρο 110) ότι όλα τα άρθρα του μπορούν υπό όρους να αναθεωρηθούν εκτός από (ουσιαστικά) το πρώτο άρθρο του. Αλλά αυτό το Σύνταγμα αντικατάστησε το προηγούμενο που όριζε το πολίτευμά μας ως "βασιλευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία", και είχε αντίστοιχο άρθρο που απαγόρευε την αναθεώρηση του θεμελιώδους άρθρου του. Με άλλα λόγια, το ισχύον Σύνταγμά μας αυτοαναιρείται, δεν είναι έγκυρο για πολλαπλούς λόγους.

Το πρόβλημα του απορρήτου όμως και της συλλογής πληροφοριών για εθνική ασφάλεια είναι υπαρκτό και θεμιτό. Υπάρχει δημοκρατικός, αντιολοκληρωτικός, τρόπος να βρεθεί λύση; Πιστεύω ναι. Η δημοκρατία παρέχει λύσεις. Ο Θεμιστοκλής, μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας είπε στους Αθηναίους να του δώσουν εν λευκώ την άδεια για να κάνει ένδοξη την πατρίδα τους, αλλά δεν μπορεί να τους αποκαλύψει τον τρόπο, διότι η αποκάλυψή του θα κατέστρεφε το σχέδιο. Οι Αθηναίοι δίστασαν. Του ζήτησαν να πει το σχέδιό του στον πολιτικό του αντίπαλο, τον Δίκαιο Αριστείδη, και αν αυτός συμφωνήσει, θα συμφωνούσε και ο λαός. Έτσι κι έγινε. Και ο Αριστείδης είπε στο δήμο ότι πραγματικά το σχέδιο του Θεμιστοκλή θα έκανε τους Αθηναίους κυρίαρχους σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Αλλά θα σήμαινε αιώνιο όνειδος για την Αθήνα. Ο λαός το απέρριψε. Αργότερα μαθεύτηκε ποιο ήταν: Την ώρα που όλοι οι Έλληνες γλεντούσαν μεθυσμένοι για τη μεγάλη νίκη τους κατά των βαρβάρων, να πάνε οι Αθηναίοι να κάψουν το στόλο τους! Ναι, αυτή είναι η δημοκρατική διαδικασία. Ναι, είναι αναγκαία η ύπαρξη της ΕΥΠ και οι μυστικές παρακολουθήσεις που κάνει εναντίον οποιουδήποτε τον θεωρεί ύποπτο. Αυτή η υπηρεσία όμως πρέπει να βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο του λαού. Όχι του Ανώτατου Άρχοντα, όχι του αρμόδιου υπουργού ή του πρωθυπουργού, όχι μιας βουλής που αποτελείται από εκπροσώπους των κομμάτων, αλλά του ίδιου του λαού. Κι αυτός ορίζει έναν Αριστείδη, μια επιτροπή βουλευτών κληρωμένων από το λαό, και μόνον αυτή έχει το δικαίωμα να ελέγχει οποιαδήποτε ΕΥΠ.

Θα είχα απαλλαγεί από το πολιτικό άγχος μου, αν τα αντιπολιτευόμενα κόμματα ήταν σαφώς καλύτερα. Δυστυχώς, η πρωτοφανής αναξιοπιστία τους, η διάπραξη παρόμοιων ενεργειών και η γενική ανικανότητά τους, όπου συχνά, αντί αντεπιχειρημάτων επιστρατεύουν προσωπικές επιθέσεις, και δεν συνεχίζω, διότι αυτή τη στιγμή εστιάζομαι στις επίκαιρες κυβερνητικές τοποθετήσεις, με κάνει να απορρίπτω το σύνολο του πολιτικού συστήματός μας. Το άγχος μου μένει. Δυστυχώς!

 

 

 

Διαβάστε ακόμα