Της Μαρίας Ρώτα

Λέξεις και φράσεις ελληνικές που μοιάζουν με παροιμίες.

  • Πέμπτη, 4 Ιουνίου, 2020 - 06:12
  • /   Eνημέρωση: 4 Ιουν. 2020 - 7:22

Η παροιμία είναι μια άποψη που διατυπώνεται με λίγες λέξεις και ειρωνικά συνήθως ή αλληγορικά, εκφράζει μια βεβαιωμένη αλήθεια.

Πολλές παροιμιώδεις φράσεις που χρησιμοποιούσαν στο παρελθόν πολλοί Έλληνες, έχουν τελευταία ξεχαστεί, γιατί αρκετές ήταν οι λέξεις που ερχόντουσαν από το παλαιό ή και αρχαίο λεξιλόγιο, που δεν είναι πολύ γνωστές στους νέους. Υπάρχουν, βέβαια, μερικές παροιμιώδεις φράσεις που ακόμη και σήμερα ακούγονται και είναι κατανοητές.

Παροιμιώδεις φράσεις και το νόημά τους.

- Από την Πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα: Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, η πραγματική μορφή της φράσης είναι: “Από την Πόλη έρχομαι και στην κορφή κάνε έλα”, που σημαίνει: έρχομαι από την Κωνσταντινούπολη και σε προσκαλώ να έρθεις στην κορυφή. Αυτό ήταν ένα μήνυμα των Σταυροφόρων, όταν επέστρεφαν από την κατακτημένη πλέον Κωνσταντινούπολη και φρόντιζαν σημείο συνάντησής τους με δικούς τους ανθρώπους στην κορυφή του λόφου. Φυσικό ήταν να μην γνωρίζουν πολλοί άνθρωποι τι σχέση είχε η Πόλη με την... κανέλα (κάνε έλα).

- Σπουδαία τα λάχανα: Τη φράση “σπουδαία τα λάχανα” ή “σιγά τα λάχανα” τη χρησιμοποιούμε σήμερα ειρωνικά, όταν θέλουμε να δηλώσουμε την δυσανάλογη αξία που έχει ένα προϊόν σε σχέση με την πραγματική του αξία. Αυτή η φράση προήλθε από ένα περιστατικό σ' ένα χωριό. Ήταν λίγο πριν το 1821, όταν πέρασε από το χωριό ο απεσταλμένος του Μπέη για να εισπράξει τη “δεκάτη”, δηλαδή την χρονική φορολογία που κατέθεταν όλες οι περιοχές της χώρας μας. Όλοι οι χωρικοί της περιοχής του είπαν πως δεν είχαν να πληρώσουν το φόρο, γιατί τα λάχανά τους έμειναν απούλητα. Τότε ο φοροεισπράκτορας τους είπε πως θα έστελνε ζώα και ανθρώπους για να φορτώσει τα λάχανα και έτσι να “πατσίζανε” με το χρέος τους. Έτσι και έγινε. Από τότε, έλεγαν οι χωρικοί (ίσως ειρωνικά): “Σπουδαία τα λάχανα” όταν επρόκειτο να πατσίσουν τους φόρους τους. Και μερικοί αργότερα είπαν: “σιγά τα λάχανα”.
- Να μένει το βύσσινο: Η λαϊκή αυτή έκφραση που γεννήθηκε κάπου μεταξύ 1900-1905 και σήμερα δηλώνει άρνηση, όπως: (να μου λείπει το βύσσινο), προέρχεται από ένα περιστατικό που συνέβει σ' ένα καφενείο μεταξύ ενός βουλευτή και ενός ψηφοφόρου του. Ο ψηφοφόρος παρήγγειλε στον σερβιτόρο του καφενείου ένα γλυκό βύσσινο, για να κεράσει τον βουλευτή, για να πετύχει το ρουσφετάκι που θα του ζητούσε. Ο βουλευτής, όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να τον βοηθήσει. Αγανακτισμένος τότε ο ψηφοφόρος φώναξε στον σερβιτόρο: “Να μένει το βύσσινο”
- Έμεινε στο ράφι: Στην Βυζαντινή εποχή υπήρχε μια συνήθεια, που σώζεται ακόμη σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Τα παλιά οικογενειακά κειμήλια, τα τοποθετούσαν σε ράφια για στολισμό και φυσικά δεν τα έπιαναν, δεν τα χρησιμοποιούσαν. Από τη συνήθεια αυτή προήλθε και η φράση: “αυτή δεν παντρεύτηκε, έμεινε στο ράφι”. Δηλαδή έχει γεράσει τόσο πολύ ώστε μπορεί να “τοποθετηθεί” στο ράφι με τα παλιά οικογενειακά αντικείμενα.
- Επί τέλους μόνοι: Το 1880, σε μια παρισινή καλλιτεχνική έκθεση “Σαλόν ντε Παρί” ο ζωγράφος Εμίλ Τοφφάνο, παρουσίασε ένα έργο του που είχε τίτλο: “Επί τέλους μόνοι”. Αυτό το έργο το αγόρασε ένας εκδοτικός οίκος του Παρισιού και επειδή ήταν όμορφο, το έκανε καρτ-ποστάλ. Το έργο και ιδιαίτερα οι κάρτες είχαν τεράστια επιτυχία, ιδίως στην αλληλογραφία των ερωτευμένων. Κυκλοφόρησε το έργο και οι κάρτες σε εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Έτσι έγινε πασίγνωστο το έργο του Τοφφάνο και παράλληλα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε Ευρωπαϊκές χώρες, έχει γίνει γνωστή και ακούγεται η έκφραση: “Επί τέλους μόνοι...”
- Τα Σίδερα της φυλακής είναι για τους λεβέντες: Ένας από τους αστυνομικούς διευθυντές της παλιάς Αθήνας, ο Μπαϊρακτάρης, χτύπησε αλύπητα όλους τους “μάγκες”, τα “κουτσαβάκια” της εποχής του. Εκτός από το ψαλίδι που είχε και έκοβε τα “τσουλούφια” των μαλλιών τους και τους άφηνε να φύγουν. Αυτοί όμως, ύστερα από τον εξευτελισμό τους, προτιμούσαν να τους βάλει φυλακή παρά να βγουν έξω μ' αυτά τα χάλια. Τότε μάλιστα τραγουδούσαν: “Τα σίδερα της φυλακής είναι για τους λεβέντες...”. Από αυτό το δίστιχο, έμεινε μέχρι τα χρόνια μας η φράση.
- Όποιος έχει τα γένια έχει και τα χτένια: Δηλαδή σκοτούρες έχουν μόνο όποιοι έχουν γένια, που σημαίνει μεταφορικά ευθύνες. Τη φράση αυτή, (όπως αναφέρουν οι ιστορικοί του 19ου αιώνα) την είπε ο μικρότερος γιος του Αλή Πασά ο Σελήμ. Μια μέρα είπε ο Αλής, στο γιο του το Σελήμ:
- Ωρέ μπύρομ εγώ 'μαι πασάς, εσύ δεν είσαι τίποτα, μα ζας πιο καλά από μένα. Και τότε του απάντησε ο Σελήμ.
- Πατέρα, όποιος έχει τα γένια, έχει και τα χτένια....
Δηλαδή: “γιατί να έχω σκοτούρες, αφού δεν έχω καμιά ευθύνη”
- Όλα τα 'χει η Μαριορή ο φερετζές της λείπει: Στα χρόνια του βασιλιά Όθωνα, είναι γνωστό πως η Αθήνα ήταν μια μικρή πόλη, που κάθε άλλο παρά με τη σημερινή έμοιαζε. Κοντά σε όλες τις ελλείψεις της και η ψυχαγωγία ήταν περιορισμένη και φυσικά ήταν τυχερός όποιος κατάφερνε να παρευρίσκεται στις λίγες κοσμικές συγκεντρώσεις που γινόταν. Στα κοσμικά σαλόνια δεν ήταν εύκολο να παρευρεθεί κανείς χωρίς πρόσκληση, παρά το γεγονός ότι ακόμη δεν είχε διαμορφωθεί ο κύκλος της καλής τάξης, γιατί ακόμη το χρονικό διάστημα της απελευθέρωσης ήταν μικρό. Οι αξιωματικοί και οι απόγονοι των αγωνιστών της επανάστασης, όπως και μέλη ξένων αποστολών ήταν οι άνθρωποι που είχαν θέση στις πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Σε μια από τις συγκεντρώσεις, όπου βρισκόταν και ο Κωλέττης, κάποιοι τον ρώτησαν τη γνώμη του για την εύθυμη χήρα των σαλονιών Μαριορή – Ζαφειρίτσα Καντολέοντος, που φορούσε μαύρο βέλο στο πρόσωπο. Και απάντησε: “Μωρέ όλα τα 'χει η Μαριορή ο φερετζές της λείπει.”
- Αλκυονίδες ημέρες: Τις καλές μέρες στα μέσα του Γενάρη, τις λέμε “αλκυονίδες”. Πήραν το όνομά τους από την Αλκυόνη, κόρη του Αίολου που κυβερνούσε τους ανέμους. Ο Δίας τιμώρησε την Αλκυόνη για μία της ασέβεια και την έκανε πουλί, την “Αλκυώνα” που καταδικάστηκε να κλωσάει τα αυτά της το χειμώνα αντί την άνοιξη. Τ' αυγά ήταν στους βράχους κοντά στη θάλασσα και ο αέρας του χειμώνα τα παρέσερνε στα κύματα και τα έχανε στο βυθό. Τότε παρακάλεσε τον Δία να την συγχωρήσει. Ο Δίας την λυπήθηκε και διέταξε τον Αίολο να σταματήσει περίπου 14 ημέρες τους δυνατούς ανέμους ώστε να μπορεί να κλωσάει τ' αυγά της κοντά στη θάλασσα και να τα φροντίζει έως ότου μάθουν να πετούν και να φεύγουν από τα βράχια όταν αρχίσει η φουρτούνα.
Σε όλους μας είναι γνωστό ότι εάν μέσα στον Ιανουάριο έχουμε ήρεμη θάλασσα για λίγες μέρες και χωρίς αέρα στη στεριά, πάντα θα πούμε: “Ήλθαν οι Αλκυονίδες μέρες”
Φυσικά αυτό αναφέρεται από γραπτά κείμενα αρχαίων Ελλήνων.

Μαρία Ρώτα.

 

 

 

 

 

Ετικέτες: