Αφιέρωμα στην Αμοργό από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων

  • Τετάρτη, 3 Νοεμβρίου, 2021 - 06:25

Το ανατολικότερο νησί των Κυκλάδων, η Αμοργός, ένας ενδιάμεσος σταθμός για τη ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο, γέφυρα ανάμεσα στις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα, τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και τα μικρασιατικά παράλια, αποτέλεσε πεδίο πολιτιστικών ζυμώσεων από τους νεολιθικούς ήδη χρόνους (από την προχωρημένη 5η π.Χ. χιλιετία ειδικότερα).

Οι άοκνες προσπάθειες της καθ. κ. Λίλας Μαραγκού, έχουν φέρει στο φως στη νήσο των τριών πόλεων, Αρκεσίνης, Μινώας και Αιγιάλης, με κύριο λιμένα αυτόν στον βαθύ κόλπο των Καταπόλων, εκτός από τη δεσπόζουσα επάνω του ακρόπολη της Μινώας, σημαντικά κατάλοιπα πλήθους ακίνητων και κινητών αρχαιοτήτων.

Επίσης συνέβαλαν αποφασιστικά στην πολύτιμη τεκμηρίωση ενός εκτεταμένου δικτύου ορθογώνιων και κυκλικών πύργων, για τον έλεγχο του εσωτερικού αγροτοκτηνοτροφικού και του εξωτερικού θαλάσσιου περιβάλλοντος της Αμοργού κατά τους προχωρημένους κλασικούς και τους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους, δηλαδή από τον 4ο αι. π.Χ. και εξής.

Εκτός από τα συγκεκριμένα αυτά χρονολογικά ορόσημα διάσπαρτα στη νήσο κατάλοιπα μαρτυρούν ότι η ζωή στη γη του φυτού αμοργίς, είδους λιναριού από το οποίο κατασκευάζονταν οι «αμοργίνοι χιτώνες», υπήρξε αξιομνημόνευτη για τα επιτεύγματά της, ιδίως αυτά που σήμερα αναγνωρίζονται ως μορφές τέχνης, και σε άλλες χρονικές στιγμές, όπως η Πρωτοκυκλαδική περίοδος.

Τα μαρμάρινα ειδώλια κανονικού τύπου με τα σταυρωμένα χαμηλότερα από το στήθος χέρια, εγκαινίασαν μια δραστηριότητα σπουδαίας γλυπτικής παραγωγής, που δεν έπαψε να διασχίζει του αιώνες, αν και με διαφορετικές μορφές τεχνουργημάτων του λίθου, και υπό διαφορετική νοοτροπία.

Προκαλεί εντύπωση η σημαντική ποσότητα γλυπτών που προέρχονται από διάφορα σημεία της Αμοργού και κοσμούν σήμερα τη μικρή αλλά όχι χωρίς ιδιαίτερη σημασία Αρχαιολογική Συλλογή της Χώρας. Στη συλλογή φυλάσσονται και είναι διαθέσιμα στο κοινό και αξιόλογα επιγραφικά τεκμήρια, που παρακολουθούν την ιστορία της νήσου και πληροφορούν για τους κοινωνικοοικονομικούς θεσμούς, τη σχέση των Αμοργιανών με τους εγκατεστημένους στις τρεις πόλεις τους ξένους, όπως οι Σάμιοι, τα ιερά, τις θρησκευτικές αντιλήψεις τους και την ύπαρξη οικοδομημάτων που η αρχαιολογική έρευνα δεν έχει φέρει ακόμα στο φως.

Η ζωή στην Αμοργό δεν έχασε τον παράκτιο χαρακτήρα της πριν από το τέλος της όψιμης αρχαιότητας, οπότε στα πρώτα στάδια του 7ου μ.Χ. αιώνα το ενδιαφέρον για την ενδοχώρα προκάλεσε προφανώς τη μαζική μετεγκατάσταση των κατοίκων και διαμόρφωσε την αγροτοκτηνοτροφική οικονομία η οποία ασκήθηκε εκεί έως τον 19ο αιώνα. Ήταν η αρχή μιας ταραγμένης περιόδου, αψευδέστεροι μάρτυρες της οποίας αποτελούν οι εκκλησίες που ιδρύθηκαν σε δύσβατες περιοχές, επιλέγοντας σημεία αθέατα από τη θάλασσα.

Ο πύργος στην Αγία Τριάδα

Ανάμεσα στους πύργους οι οποίοι έχουν εντοπισθεί στην Αμοργό ξεχωρίζει για την κατάσταση διατήρησής του αυτός στην Αγία Τριάδα, δίπλα στην ομώνυμη εκκλησία, γνωστός και ως «Πύργος στο Χωριό», ήδη από το 1841, όταν το μνημείο επισκέφτηκε ο Ludwig Ross.

Η σημερινή μορφή του μνημείου, καθαρισμένου από τη βλάστηση αλλά κυρίως από νεότερα κατάλοιπα που αλλοίωναν τη μορφή του, καθώς και η στατική του επάρκεια και η καλή κατάσταση του οικοδομικού υλικού του, επάνω όμως από όλα η αποσαφήνιση των στοιχείων του περιβάλλοντος χώρου του, οφείλονται στις ποικίλες εργασίες διερεύνησης, καθαρισμού, ανάδειξης και προστασίας που εκπονήθηκαν υπό την καθοδήγηση και επίβλεψη της καθ. κ. Λίλας Μαραγκού από το 1993 έως το 2002.

Παρά τις δυσκολίες χρονολόγησης, έχει προταθεί η τοποθέτηση του πύργου στους όψιμους κλασικούς χρόνους και ειδικότερα περί τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. Επρόκειτο για οχυρωμένο οικοδόμημα με προφανή αμυντικό χαρακτήρα, αποτελούμενο από τον κυρίως πύργο και ορθογώνιας κάτοψης περίκλειστη αυλή, εντός της οποίας διαμορφώνονταν χώροι αποθήκευσης της ετήσιας παραγωγής σιτηρών, ελαίου, οίνου και οσπρίων από τη γύρω περιοχή. Από το κομβικό σημείο στο οποίο ιδρύθηκε το οικοδομικό αυτό συγκρότημα, ώστε θα είχε τον έλεγχο της οδού πρόσβασης στο Καστρί, δηλαδή στην αρχαία Αρκεσίνη και στο λιμάνι της στον Κάτω Κάμπο, θα εκπέμπονταν σήματα και μηνύματα σύμφωνα με το σύστημα των φρυκτωριών, που θα έφταναν σε άλλα ανάλογα οχυρά της νότιας Αμοργού.

Αποτελεί όμως ένα ζήτημα, σε συνδυασμό με τα αναπάντητα ερωτήματα για την κυριότητα του πύργου, η πιθανότητα ένταξης των οχυρών αυτών σε ένα δημόσιο πλέγμα προστασίας και εκμετάλλευσης της γης της πόλης της Αρκεσίνης.

Δεν αποκλείεται να αποτελούσαν ιδιωτικές οχυρές κατοικίες, ανήκουσες δηλαδή σε πλούσιους ιδιώτες που δεν θα λειτουργούσαν, ωστόσο, αποκομμένοι από τα δημόσια πράγματα.