Άρθρο από ΕΠΑΨΥ

Γυναίκα και μητρότητα

  • Τετάρτη, 20 Ιουνίου, 2018 - 15:27

Η έννοια της μητρικής λειτουργίας ενέχει μία αινιγματική διάσταση καθώς δεν μπορεί να οριστεί με πολύ συγκεκριμένους όρους, ώστε να ακολουθηθούν απολύτως ορισμένα βήματα και τακτικές. Είναι πολύ σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι με τη γέννηση του παιδιού γεννιέται ψυχικά και η μητέρα, δηλαδή έχει πλέον μία νέα ταυτότητα συνδεόμενη με την απόκτηση του παιδιού, η δόμηση της οποίας γίνεται σταδιακά και αθροιστικά, δηλαδή αφενός περνάει από ορισμένα στάδια και αφετέρου δεν περιορίζεται φυσικά στη στιγμή της γέννησης του παιδιού : ξεκινά από πριν τη γέννησή του και συνεχίζεται και μετά από αυτή. Η μητέρα αποτελεί για το παιδί το πρώτο περιβάλλον, σε ψυχοσωματικό επίπεδο και η ποιότητα της μεταξύ τους σχέσης που θα εδραιωθεί θα έχει σημαντική επίδραση στη μετέπειτα ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη του παιδιού. Από πριν τη γέννησή του καθώς η επιθυμία απόκτησης παιδιού είναι εκείνη που σηματοδοτεί την έναρξη της ταυτότητας, ενώ μετά τη γέννησή του διαφοροποιείται σε στάδια ανάλογα και με το στάδιο εξέλιξης του παιδιού. Η μητρότητα αφορά σε μία ιδιαίτερη ψυχική οργάνωση συγκροτώντας ένα νέο μόνιμο πλέον κομμάτι του εαυτού και ακριβώς αυτή η ψυχική διάσταση, όσον αφορά στις αλλαγές και στη σημασία τους σε σχέση με τη μητρότητα, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας. 

Από τη στιγμή της γέννησης και μετά τη συνάντηση του φανταστικού με το πραγματικό μωρό, δηλαδή εκείνου που η μητέρα φανταζόταν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του μωρού που γεννιέται, είναι πολύ σημαντική η αναγνώριση και η σωστή διαχείριση των διαφορών ανάμεσα στην πραγματικότητα και τις προσδοκίες ώστε οι δεύτερες να μη λειτουργήσουν εις βάρος του παιδιού. Εδώ είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε δύο σημεία: πρώτον, η αφήγηση γύρω από τη γέννηση του παιδιού θα αποτελεί πάντα ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της μητρικής ταυτότητας και ακολούθως η διαμόρφωση της μητρικής νοοτροπίας επηρεάζεται από τη σημασία της δικής της προσωπικής ιστορίας, καθώς όταν μία γυναίκα γίνεται μητέρα ενεργοποιείται το παρελθόν της, οι δικές της προσωπικές εμπειρίες αλλά και η αναζήτηση υποστηρικτικού δικτύου από το δικό της οικογενειακό περιβάλλον. Το δεύτερο και σημαντικότερο σημείο που πρέπει να τονιστεί αφορά στο ρόλο του πατέρα και στην εγκατάσταση ενός νέου οικογενειακού πυρήνα που αποτελείται πλέον από τους νέους γονείς και το παιδί. Είναι σημαντικό οι νέοι γονείς να είναι εκείνοι που θα βάλουν τα όρια και τις αρχές στη νέα οικογένεια, φυσικά επηρεασμένοι από τις δικές τους καταβολές, αλλά όσο γίνεται παραμένοντας έξω από τα οικογενειακά στερεότυπα ώστε να αναδειχθεί η προσωπική ταυτότητα του παιδιού και να μην μπει σε μία θέση όπου όλοι θα αναμένουν την πραγματοποίηση πληθώρας προσδοκιών που τελικά δεν το αφορούν προσωπικά. 

Ένα ακόμη πολύ σημαντικό σημείο έχει να κάνει με την έννοια του λάθους, που συχνά η μητέρα φοβάται και εξαιτίας αυτού τείνει να κατηγορεί τον εαυτό της και να ενοχοποιείται. Όπως ειπώθηκε, δεν υπάρχει σαφής ορισμός της μητρότητας και απόλυτος προσδιορισμός αυτής, επομένως τα «λάθη» αναμένουμε να συμβούν ενώ αντιθέτως, η προσδοκία αλάθητου στο μητρικό ρόλο επιφορτίζει τη μητέρα αλλά και το παιδί με έντονο άγχος. Τα «λάθη» είναι πολύ σημαντικά γιατί ενεργοποιούν και επιτρέπουν την απόκτηση τρόπων διόρθωσής τους συμβάλλοντας έτσι στη δυνατότητα επικοινωνίας ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί. Η μητέρα καταφέρνει δηλαδή έτσι να κατανοήσει καλύτερα το παιδί της και να βρίσκει νέους τρόπους και τεχνικές για την όσο το δυνατόν πιο εύστοχη ικανοποίηση των αναγκών του παιδιού της. Από την πλευρά του το παιδί μαθαίνει σταδιακά έτσι να δημιουργεί τον τρόπο με τον οποίο να ικανοποιεί και να ηρεμεί τον εαυτό του σταδιακά διαφοροποιούμενο από τη μητέρα του. Η διαφοροποίηση και η κατάκτηση της αυτονομίας είναι έννοιες πολυσύνθετες που αναφέρονται σε μία μακρά πορεία που περιλαμβάνει διάφορα στάδια για ένα παιδί, ανάλογα με την ηλικία του. Η μητέρα είναι εκείνη που θα του δείξει το διαφορετικό και τον έξω κόσμο κι είναι καίριας σημασίας η παρουσία της να μην αφορά πια σε αποκλειστικότητα το παιδί ώστε κι εκείνο να αποκτήσει την ικανότητα για την κατάκτηση της αίσθησης του εαυτού του και χωρίς τη συνεχή φροντίδα της μητέρας. Γι’ αυτό το λόγο είναι πολύ σημαντική η ανάδειξη του ρόλου του πατέρα και μέσα από τα λόγια και την παρουσία της μητέρας, ώστε να του δοθεί ο κατάλληλος χώρος και χρόνος στη ζωή της γυναίκας-μητέρας μετά τη γέννηση του παιδιού. Διότι κι εκείνος αποκτά νέα ταυτότητα μετά τη γέννηση του παιδιού, εκείνη του πατέρα, χωρίς αυτό να είναι το μοναδικό χαρακτηριστικό που διαμορφώνει τη θέση του στη νέα οικογένεια. Για το παιδί είναι επομένως καίριας σημασίας να γνωρίζει και να αντιλαμβάνεται με συστηματικό τρόπο την παρουσία του πατέρα ως τρίτου και το ρόλο του στο πλάι της μητέρας, ώστε να ανοίξει ο δρόμος της ετερότητας και της σχέσης με τους άλλους. 

Πολύ σημαντικό μέρος της σχέσης ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί με στόχο την υγιή ανάπτυξη και εξέλιξη αυτού είναι το παιχνίδι, που εδραιώνεται ακριβώς μέσα από αυτή τη σχέση. Στην αρχή, όταν η επικοινωνία με το βρέφος γίνεται με μη λεκτικό τρόπο το παιχνίδι είναι σωματικό, ακριβώς γιατί η ίδια η σχέση προσδιορίζεται από το σωματικό διάλογο ανάμεσα στα μέλη της. Επομένως πρόκειται για έναν ελεύθερο αυτοσχεδιασμό την ώρα που η μητέρα ταΐζει, αλλάζει ή κάνει μπάνιο το παιδί της. Στη συνέχεια και στην πορεία της ζωής του παιδιού είναι σημαντικό το παιχνίδι να επιμερίζεται και στους δύο γονείς, έχοντας άλλες διαστάσεις με τον ένα και με τον άλλο γονέα, αφήνοντας πάντα το παιδί σταδιακά και περισσότερο μόνο του ώστε να αναπτύσσει τη δημιουργικότητά του αλλά και την ικανότητά του να παραμένει μόνο παίζοντας και λαμβάνοντας ευχαρίστηση από αυτό, για να επιθυμεί στη συνέχεια να μοιραστεί το παιχνίδι του προς τα έξω αναζητώντας τη σχέση με τους συνομηλίκους του μέσω της διαδικασίας της κοινωνικοποίησης στα διαφορετικά περιβάλλοντα όπου θα βρεθεί. 

Κλείνοντας, είναι κρίσιμο να τονιστεί για άλλη μία φορά η αινιγματική διάσταση της έννοιας της μητρότητας. Τα «λάθη» υπάρχουν για να βρίσκουμε τρόπους να τα αναγνωρίζουμε και να τα «διορθώνουμε» με την έννοια της εύρεσης του καλύτερου δυνατού τρόπου επικοινωνίας με το παιδί, αρκεί η μητέρα να έχει πάντα κατά νου ότι το παιδί δεν είναι η συνέχειά της, το απόκτημά της, αλλά αντιθέτως ένας νέος άνθρωπος εύπλαστος απέναντι στη ζωή και στις απαιτήσεις που αυτή επιτάσσει. Και η μητέρα μαζί με τον πατέρα είναι εκεί για να του δείχνουν το δρόμο. 

 

Ναυσικά Τσιπά, Ψυχολόγος Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας Δυτικών Κυκλάδων ΕΠΑΨΥ, Δρ. Κλινικής Ψυχολογίας, Universite Paris Nord – Sorbonne Cite.

Ετικέτες: